πραγματικότητα Kreeka - Vene
1.
-
Kreekaπραγματικότητα
-
Kreekaπραγματικότητα
-
Kreekaπραγματικότητα
-
Veneреа́льность
-
Kreekaπραγματικότητα
-
Veneреа́льность
2.
-
Kreekaπραγματικότητα
-
Veneреа́льная жизнь
3.
4.
5.
-
Kreekaαλήθεια
6.
-
Kreekaστην πραγματικότητα
-
Veneвообще́-то, на са́мом де́ле, в действи́тельности, на де́ле, факти́чески
English translator: Greek Russian πραγματικότητα Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare