τόπος Kreeka - Pärsia
1.
2.
-
Kreekaτόποςτοποθεσία
-
Kreekaτόπος
3.
-
Kreekaτόπος, θέση, περιοχή, τοποθεσία, μέρος, σημείο,
-
Pärsiaمحلجا
4.
-
Kreekaτόπος, θέση, περιοχή, τοποθεσία, μέρος, σημείο,
-
Pärsiaمحلجا
5.
-
Kreekaτόποςτοποθεσία
-
Kreekaτόπος
6.
-
Kreekaτόπος γέννησης
-
Pärsiaزادگاه
English translator: Greek Persian τόπος Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare