προαιρετικός Kreeka - Araabia
1.
-
Araabiaاِخْتِيَارِيّ
-
Kreekaπροαιρετικός
2.
-
Kreekaεναλλακτικόςπροαιρετικός
3.
-
Kreekaεναλλακτικόςπροαιρετικός
4.
-
Kreekaεκούσιοςπροαιρετικός
English translator: Greek Arabic προαιρετικός Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare