hely Kreeka - Türgi
1.
2.
-
Kreekaχώρος
-
Türgiyer, oda
3.
4.
-
Kreekaτόπος, θέση, περιοχή, τοποθεσία, μέρος, σημείο,
5.
-
Kreekaτόπος, θέση, περιοχή, τοποθεσία, μέρος, σημείο,
6.
-
Kreekaστη μέση του πουθενά, στου διαβόλου τη μάνα
7.
-
Kreekaτόπος γέννησης
8.
English translator: Greek Turkish hely Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare