militar Katalaani - Kreeka
1.
-
Kreekaστρατονομία
2.
-
Kreekaθητεία
3.
-
Kreekaστρατιωτικός
-
Kreekaπολεμικός
-
Kreekaστρατιωτικός
4.
-
Kreekaστρατιωτικός νόμος
5.
-
Kreekaστρατιώτης
6.
-
Kreekaστρατιωτικός
-
Kreekaπολεμικός
-
Kreekaστρατιωτικός
7.
-
Kreekaστρατιωτικός
-
Kreekaπολεμικός
-
Kreekaστρατιωτικός
8.
-
Kreekaαγγαρεία
-
Kreekaστολή αγγαρεία
English translator: Kwak'wala Greek militar Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare