transmission Eesti - Kreeka
1.
-
Kreekaκληρονομώ
2.
-
Kreekaδιαμεταγωγή
3.
-
Kreekaπρώτη
4.
-
Kreekaέλεγχος ροής
5.
-
Kreekaχειροκίνητος
6.
7.
-
Kreekaμεταδοτική ασθένεια
8.
-
Kreekaχειροκίνητος
9.
-
Kreekaταχύτητα
10.
-
Kreekaταχύτητα
11.
-
Kreekaομοαξονικό καλώδιο
12.
-
Kreekaεκπομπή
13.
-
Kreekaτηλεφωνία
14.
-
Kreekaκληρονομικότητα
15.
-
Kreekaσυμπλέκτης
-
Kreekaσυμπλέκτης
16.
-
Kreekaεπιδημιολογία
17.
English translator: Estonian Greek transmission Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare