одна́ко Eesti - Kreeka

1.

  • Kreekaπαρά, ωστόσο, παρ' όλ' αυτά, μολαταύτα, εντούτοις


2.

  • Kreekaεν τούτοις, παρά ταύτα, ωστόσο


3.

  • Kreekaαλλά, μόνο


4.

  • Kreekaωστόσο, μολαταύτα, μολοντούτο, παρ' όλα αυτά, εν τούτοις





English translator: Estonian Greek одна́ко  Eesti sõnaraamat   Español Traductor   Svenska Översättare