λογαριασμός Eesti - Kreeka
1.
-
Kreekaλογαριασμός
-
Kreekaτιμολόγιο
2.
-
Kreekaλογαριασμός
-
Kreekaτιμολόγιο
3.
-
Eestipangakonto
-
Kreekaτραπεζικός λογαριασμός
-
Kreekaτραπεζικός λογαριασμός
4.
-
Eestikonto
-
Kreekaλογαριασμός
-
Kreekaλογαριασμός
English translator: Estonian Greek λογαριασμός Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare