caso Araabia - Kreeka
1.
-
Kreekaγενική
2.
-
Araabiaعَلَاقَة غَرَامِيَّة
-
Araabiaعَلَاقَة غَرَامِيَّة
3.
-
Kreekaπερίπτωσηπερίσταση
-
Araabiaعُلْبَة
-
Kreekaυπόθεσηπεριστατικό
-
Araabiaحَالَات
-
Kreekaπερίπτωση
-
Araabiaدَعْوَى
-
Kreekaυπόθεση
-
Kreekaκρούσμαπεριστατικό
4.
-
Kreekaανωτέρα βία
-
Kreekaανωτέρα βία
5.
-
Kreekaπερίπτωσηπερίσταση
-
Araabiaعُلْبَة
-
Kreekaυπόθεσηπεριστατικό
-
Araabiaحَالَات
-
Kreekaπερίπτωση
-
Araabiaدَعْوَى
-
Kreekaυπόθεση
-
Kreekaκρούσμαπεριστατικό
6.
-
Kreekaκτητική
7.
-
Kreekaοργανική
8.
-
Araabianeeded
9.
-
Kreekaάνευ όρων, χωρίς όρους, ανεπιφύλακτα, απεριόριστα
10.
-
Kreekaεν τούτοις, παρά ταύτα, ωστόσο
11.
12.
-
Kreekaεν πάση περιπτώσει, πάντως
13.
-
Kreekaμεριστικός
14.
-
Kreekaπερίπτωσηπερίσταση
-
Araabiaعُلْبَة
-
Kreekaυπόθεσηπεριστατικό
-
Araabiaحَالَات
-
Kreekaπερίπτωση
-
Araabiaدَعْوَى
-
Kreekaυπόθεση
-
Kreekaκρούσμαπεριστατικό
15.
-
Araabiaبِطَرِيقَة أُخْرَى
-
Kreekaειδάλλως
16.
-
Kreekaτοπική
17.
18.
19.
20.
-
Kreekaπεριστατικό
-
Kreekaστιγµιότυπο
21.
-
Kreekaπερίπτωσηπερίσταση
-
Araabiaعُلْبَة
-
Kreekaυπόθεσηπεριστατικό
-
Araabiaحَالَات
-
Kreekaπερίπτωση
-
Araabiaدَعْوَى
-
Kreekaυπόθεση
-
Kreekaκρούσμαπεριστατικό
22.
-
Kreekaζήτημα
-
Araabiaعَلَاقَة غَرَامِيَّة
-
Kreekaερωτοδουλειά
23.
-
Kreekaδοτική πτώση
-
Kreekaδοτική πτώση
24.
-
Kreekaόπως και να έχει
25.
26.
-
Kreekaπερίπτωσηπερίσταση
-
Araabiaعُلْبَة
-
Kreekaυπόθεσηπεριστατικό
-
Araabiaحَالَات
-
Kreekaπερίπτωση
-
Araabiaدَعْوَى
-
Kreekaυπόθεση
-
Kreekaκρούσμαπεριστατικό
27.
-
Kreekaπερίπτωσηπερίσταση
-
Araabiaعُلْبَة
-
Kreekaυπόθεσηπεριστατικό
-
Araabiaحَالَات
-
Kreekaπερίπτωση
-
Araabiaدَعْوَى
-
Kreekaυπόθεση
-
Kreekaκρούσμαπεριστατικό
28.
-
Araabiaفِي حَال
-
Kreekaσε περίπτωση που
English translator: Arabic Greek caso Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare